του Γιώργου Κύρτσου
Εκρηκτικό το μείγμα του γερμανικού ηγεμονισμού και της ελληνικής ασυνέπειας.
Tο τελευταίο διάστημα κορυφαίοι Γερμανοί
πολιτικοί εκφράζονται ιδιαίτερα αρνητικά για την Ελλάδα και την
προοπτική παραμονής της στην Ευρωζώνη. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του
υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε, ο οποίος εγκατέλειψε τη
σε γενικές γραμμές φιλελληνική στάση που κρατούσε μέχρι πριν από
μερικούς μήνες υπέρ μιας πολύ αυστηρής διαχείριης της «ιδιαίτερης
περίπτωσης» της Ελλάδας. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Παπούλιας,
πολιτικός με ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τη Γερμανία, αμφισβήτησε
δημόσια το δικαίωμα του κ. Σόιμπλε και άλλων επιφανών της Ε.Ε. να κάνουν
υποδείξεις στον ελληνικό λαό και στους πολιτικούς εκπροσώπους του. Ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπενθύμισε στους Γερμανούς πολιτικούς το ηθικό
πλεονέκτημα της Ελλάδας, η οποία έχει δώσει σκληρούς αγώνες για την
ελευθερία των Ελλήνων αλλά και των άλλων ευρωπαϊκών λαών.Αναγκαία σύγκριση
Η παρέμβαση του κ. Παπούλια θα προβλημάτιζε τη γερμανική πολιτική τάξη πριν από 10 ή 20 χρόνια, εφόσον αναδεικνύει την ευθύνη των Γερμανών για ευρωπαϊκούς και παγκόσμιους πολέμους. Αυτά όμως ανήκουν οριστικά στο παρελθόν, στην αντίληψη των ηγετών της σύγχρονης Γερμανίας, και οι υπολογισμοί γίνονται σε άλλη βάση.
Στο Βερολίνο έχουν αφήσει πίσω τους τις ενοχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και αναζητούν έναν νέο ζωτικό χώρο, στον οποίο θα κυριαρχεί η Γερμανία αξιοποιώντας τη διεύρυνση της Ε.Ε. προς τις πρώην κομμουνιστικές χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης και τη συντριπτική οικονομική υπεροχή της στο εσωτερικό της Ε.Ε.
Οι Γερμανοί επέβαλαν κανόνες λειτουργίας της ΟΝΕ που ήταν περισσότερο στα μέτρα της δικής τους οικονομίας και προχώρησαν με αξιοθαύμαστη πειθαρχία και αποτελεσματικότητα στην αναγκαία προσαρμογή. Η πολυσυζητημένη «ατζέντα 2010», μέσω της οποίας περιορίστηκαν τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των Γερμανών εργαζομένων και ενισχύθηκε η ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια της πανίσχυρης γερμανικής οικονομίας, έχει την υπογραφή των Σοσιαλδημοκρατών και του τότε καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ. Η κεντροδεξιά κυβέρνηση συνασπισμού της κ. Μέρκελ ολοκληρώνει μια πολιτική που έχει χαρακτηριστικά εθνικού συμβολαίου.
Η επιτυχία είναι εντυπωσιακή και οι συγκρίσεις καταλυτικές. Αρκεί να αναφέρουμε ότι οι Γερμανοί πέτυχαν εμπορικό πλεόνασμα της τάξης των 160 δισ. ευρώ το 2011, με τους Γάλλους να καταγράφουν εμπορικό έλλειμμα της τάξης των 70 δισ. ευρώ. Στη Γερμανία το ποσοστό της ανεργίας κινείται γύρω στο 5,5% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού και είναι το χαμηλότερο της τελευταίας 20ετίας, ενώ στη Γαλλία παρατηρείται αύξηση του ποσοστού ανεργίας προς το 10%, γεγονός που εξηγεί και τον δημοσκοπικό μαρασμό του προέδρου κ. Σαρκοζί.
Στο ξεκίνημα της περιόδου του ευρώ οι Γερμανοί είχαν ήδη την ισχυρότερη οικονομία στην Ε.Ε. και ανέλαβαν πρόσθετες υποχρεώσεις για να ενισχύσουν το συγκριτικό πλεονέκτημά της και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες της παγκοσμιοποίησης. Εμείς, οι οποίοι είχαμε τη λιγότερο ανταγωνιστική οικονομία της Ευρωζώνης, κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να τη φορτώσουμε με το κόστος μαζικών διορισμών, προκλητικά υψηλών μισθολογικών αυξήσεων, εντυπωσιακών και κατά κανόνα πρόωρων συντάξεων. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό και εξηγεί τη δυσκολία συνεννόησης μεταξύ των προνοητικών και αποτελεσματικών Γερμανών και των απαράδεκτα χαλαρών –σε ό,τι αφορά την περίοδο 2001-2009– και κουτοπόνηρων Ελλήνων.
Να θυμίσουμε ότι το κομματικό και συνδικαλιστικό ΠΑΣΟΚ απέτρεψε την αναγκαία ασφαλιστική μεταρρύθμιση που προώθησαν ο κ. Σημίτης και ο κ. Γιαννίτσης και πως είχε επικρατήσει η άποψη ότι έπρεπε να φτάσουμε στη λεγόμενη εισοδηματική σύγκλιση ανεξάρτητα από την ολοένα μεγαλύτερη απόκλιση στις επιδόσεις και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας μας σε σχέση με την ευρωπαϊκή οικονομία και ειδικά τη γερμανική.
Νέα στρατηγική
Το Βερολίνο επιχειρεί τώρα τη μετατροπή του συγκριτικού πλεονεκτήματος που έχει στον οικονομικό τομέα και σε πολιτικό. Προχωράει στην αλλαγή των κανόνων λειτουργίας της Ευρωζώνης για να περιορίσει τη μεταβίβαση πόρων, μέσω του κοινοτικού προϋπολογισμού, από τις πλουσιότερες στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες της Ευρωζώνης και να προστατέψει, στο μέτρο του δυνατού, τα γερμανικά συμφέροντα από την κρίση υπερχρέωσης που μαστίζει χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.
Η σκλήρυνση της επιχειρηματολογίας που χρησιμοποιεί το Βερολίνο έναντι της Αθήνας οφείλεται κατά την άποψή μας σε λόγους τακτικής αλλά και στρατηγικής. Στα τέλη Φεβρουαρίου η κυβέρνηση Μέρκελ θα ζητήσει την έγκριση της ομοσπονδιακής Βουλής για το νέο πακέτο «στήριξης» της ελληνικής οικονομίας, που μπορεί να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό ιδιαίτερα εάν η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα ξεφύγει από τον έλεγχο. Η κριτική προς την ελληνική κυβέρνηση και τους ασυνεπείς Έλληνες διευκολύνει τον πολιτικό σχεδιασμό της κυβέρνησης Μέρκελ αλλά και την έγκριση του νέου πακέτου «στήριξης» της ελληνικής οικονομίας. Χρησιμοποιούμε τα εισαγωγικά επειδή οι όροι που έχουν επιβληθεί μέσω του μνημονίου και στις σχέσεις μας με τους πιστωτές μας μπορεί να συντηρούν μια εικόνα σχετικής ομαλότητας στη διαχείριση του χρέους, συμβάλλουν όμως στην αποσύνθεση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Η κ. Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε ενθαρρύνονται στην αυστηρή αντιμετώπιση της Ελλάδας και από τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι η γερμανική κοινή γνώμη αντιδρά ιδιαίτερα θετικά στην τακτική τους. Το ποσοστό δημοτικότητας των Χριστιανοδημοκρατών, οι οποίοι κυριαρχούν στον κυβερνητικό σχηματισμό στον οποίο συμμετέχουν και οι Φιλελεύθεροι, είναι της τάξης του 35%-38% και εάν μείνουν σε αυτά τα επίπεδα, θα εξασφαλίσουν την εκλογική επικράτηση στις βουλευτικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν το φθινόπωρο του 2013.
Η αυστηρότητα έναντι της Ελλάδας έχει σχέση και με την αλλαγή στρατηγικής του Βερολίνου. Η γερμανική κυβέρνηση προωθεί τη δημιουργία μιας γερμανικής Ευρώπης από την οποία μπορεί να αποκλειστούν χώρες όπως η Ελλάδα, η διαχείριση των δημοσιονομικών και οικονομικών προβλημάτων των οποίων μπορεί να έχει σημαντικό κόστος. Επιπλέον, οι οικονομικά ισχυροί της Ε.Ε. δεν θέλουν να επηρεαστούν από τον βασανιστικά αργό ρυθμό προσαρμογής που χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία, εφόσον το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον μεταβάλλεται με ιδιαίτερα γρήγορο και δυναμικό τρόπο. Δεν είναι τυχαίο ότι την αποστολή της επιβολής πειθαρχίας στην Ελλάδα έχει αναλάβει ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε, ο οποίος μέχρι πριν από λίγους μήνες έδειχνε μεγαλύτερη κατανόηση στις ελληνικές θέσεις απ’ ό,τι η κ. Μέρκελ.
Η κριτική που ασκούν οι Γερμανοί στην ελληνική πολιτική τάξη και στις επιδόσεις της οικονομίας μας είναι τεκμηριωμένη. Γίνεται όμως με τρόπο που δημιουργεί την εντύπωση ότι εξυπηρετεί ευρύτερη στρατηγική επιβολής της γερμανικής ηγεμονίας στην Ε.Ε. και περιθωριοποίησης χωρών με τα χαρακτηριστικά της πατρίδας μας.
Ελληνική αντίδραση
Στην Ελλάδα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό λογαριασμό. Δεν προσαρμοστήκαμε στους κανόνες της ΟΝΕ, δεν αντιδράσαμε στη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, δεν διαπραγματευτήκαμε το αρχικό μνημόνιο, δεν τιμήσαμε τις υποχρεώσεις που αναλάβαμε στο πλαίσιο του αρχικού μνημονίου, δεν προχωρήσαμε στις αναγκαίες διορθωτικές κινήσεις για να ενισχύσουμε την αξιοπιστία μας και να βελτιώσουμε στη συνέχεια το περιεχόμενο του νέου μνημονίου.
Με δική μας ευθύνη έχουμε εγκλωβιστεί σε μια αδιέξοδη πολιτική. Εμείς αποδίδουμε την αποτυχία στον ηγεμονισμό των Γερμανών και στον νεοφιλελεύθερο δογματισμό της τρόικας και η άλλη πλευρά θεωρεί ότι το μνημόνιο απέτυχε όχι γιατί ήταν λάθος στη σύλληψή του, αλλά γιατί δεν εφαρμόστηκε με ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων. Περιττό να τονίσουμε ότι σε αυτή τη διαμάχη το πλεονέκτημα το έχουν οι πιστωτές και όχι ο δανειολήπτης.
Ο ηγεμονισμός και οι υπερβολές του Βερολίνου συμπληρώνουν την ασυνέπεια και την προχειρότητα της Αθήνας για να προετοιμάσουν εξαιρετικά αρνητικές εξελίξεις. Σε διάστημα λίγων μηνών η Αθήνα θα επιλέξει την απόλυτη πολιτικοποίηση της διαμάχης με το Βερολίνο για να καλύψει, στο μέτρο του δυνατού, την αδυναμία προσαρμογής στους κανόνες της ΟΝΕ και να ρίξει τις ευθύνες για την εξαιρετικά πιθανή χρεοκοπία στον ξένο παράγοντα. Με το ΠΑΣΟΚ να αποσυντίθεται λόγω του εγκλωβισμού του στην πολιτική του μνημονίου, τη ΝΔ να αλλάζει θέσεις σε μάταιη αναζήτηση της πολιτικής της κυριαρχίας και τα κόμματα της Αριστεράς να ευδοκιμούν εξαιτίας των συνεπειών της πολιτικής που εφαρμόζεται, δεν είναι δύσκολο να προβλέψουμε ότι η μετωπική σύγκρουση Βερολίνου και Αθήνας θα δώσει ενδιαφέρουσες έως δραματικές ειδήσεις μετά τις βουλευτικές εκλογές.
πηγή: citypress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου