Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2014

Πως μετρά κανείς την ευτυχία;

Του Alan Beattie
Τι σημαίνει ευτυχία και πως μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός της κυβερνητικής πολιτικής. Το παράδειγμα του Μπουτάν που είναι πρώτο στο δείκτη ευτυχίας, αλλά και πρώτο στην καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Το να βάλεις μέτρο στην ευτυχία δεν είναι κάτι που σε κάνει δημοφιλή, αλλά θα το προσπαθήσω. Το ορεινό βασίλειο του Μπουτάν έχει προχωρήσει πολύ σε αυτό το θέμα. Το 1972 υιοθέτησε πρώτο τη χρήση του ευρύτερου δείκτη «Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας», για να αποτυπώσει την ευημερία των ανθρώπων, εν αντιθέσει με έναν πιο συγκεκριμένο δείκτη όπως το εισόδημα.
Σύμφωνα με πολλούς που ερωτεύθηκαν αυτή την ιδέα – ο ΟΗΕ όρισε μάλιστα την 20η Μαρτίου «Διεθνή Ημέρα Ευτυχίας» - η ολιστική προσέγγιση της ευημερίας αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη σαφήνεια τις πολλές διαστάσεις της ανθρώπινης ζωής.  Αυτή η φιλοσοφία παρότρυνε μάλιστα αρκετές κυβερνήσεις πλουσίων αλλά και αναπτυσσόμενων χωρών, να ορίσουν την ευτυχία ως τον πλέον ορθό στόχο πολιτικής.

Δυστυχώς, παρά το διεθνή ενθουσιασμό που έχει δημιουργηθεί, οι αρχικοί υποστηρικτές της ιδέας χάνουν την πίστη τους. Ο Tshering Tobgay, που εξελέγη με θριαμβευτική πλειοψηφία τον προηγούμενο χρόνο στις δεύτερες κοινοβουλευτικές εκλογές της χώρας, αποστασιοποιείται από την κυβέρνηση αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα.
«Εάν η κυβέρνηση δαπανούσε δυσανάλογα πολύ χρόνο να συζητά για το δείκτη Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας αντί για το πώς θα αποδώσει βασικές υπηρεσίες, τότε πρόκειται για αποπροσανατολισμό» δήλωσε και συμπλήρωσε: «Αντί να συζητάμε για την ευτυχία, θέλουμε να εργαστούμε για τη μείωση των εμποδίων προς την ευτυχία». Η προεκλογική του εκστρατεία υποσχέθηκε πρόοδο σε πιο πρακτικά θέματα, όπως ένα μηχανοκίνητο χορτοκοπτικό για κάθε χωριό και ένα βοηθητικό όχημα για κάθε περιφέρεια.
Αυτή η εξέλιξη είναι ευπρόσδεκτη για δύο λόγους. Πρώτον, ο δείκτης Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας στο Μπουτάν ορίζεται από την ηγεσία, από έναν αυταρχικό μονάρχη. Δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα βαθύτατα ανελεύθερο τρόπο να νομιμοποιηθεί ένα μη δημοκρατικό καθεστώς και απέτυχε παταγωδώς να αποτρέψει τηχονδροειδή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεύτερον, αποπροσανατόλισε τη συζήτηση από πιο εποικοδομητικές ιδέες που επικρατούν σε χώρες που λειτουργούν με γνώμονα την ευρύτερη ευημερία των πολιτών τους.
Η απογοήτευση του κ. Tobgay υπογραμμίζει τα εμφανή προβλήματα που υπάρχουν όταν προσπαθείς να πετύχεις ταυτόχρονα πολλούς ασαφείς στόχους – πόσο μάλλον όταν επιτρέπεται στις αρχές να διατάσσουν τι σημαίνει ευτυχία για τους πολίτες.
Ο δείκτης Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας ορίζεται βάσει έρευνας, όπου οι συμμετέχοντες καλούνται να απαντήσουν  σε σειρά ερωτήσεων, από πιο συμβατικά θέματα όπως η υγεία και η παιδεία, μέχρι πιο νεφελώδεις έννοιες όπως η συναισθηματική ικανοποίηση και η εθνική οικολογική βιωσιμότητα. Είναι αξιοσημείωτο, ότι όσο πιο θολό ήταν το ερώτημα, τόσο μεγαλύτερο σκορ έπιαναν. Ο δείκτης με το υψηλότερο σκορ είναι εκείνος των «Αξιών», βάσει του οποίου οι πολίτες του Μπουτάν τείνουν να θεωρούν το φόβο, την κλοπή, το ψέμα, τη δημιουργία δυσαρμονίας στις σχέσεις και τα σεξουαλικά παραπτώματα, κακά πράγματα. Αυτό είναι καλό για τους ίδιους, αλλά από την άλλη πλευρά, σχεδόν το ήμισυ των ερωτηθέντων δήλωσε ικανοποιημένο με το επίπεδο του αλφαβητισμού, τις επαγγελματικές ευκαιρίες που τους παρουσιάζονται, τις κρατικές υπηρεσίες και την εκπαίδευση.
Τέτοια αποτελέσματα δεν αποτελούν έκπληξη. Η απολυταρχική μοναρχία που κυβερνούσε στο Μπουτάν μέχρι τις πρώτες ελεύθερες εκλογές του 2008 δεν βελτίωσε την ποιότητα ζωής. Ο αναλφαβητισμός αγγίζει το 50% και μόλις τα μισά παιδιά της χώρας μετέχουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Οι περισσότεροι κάτοικοι του Μπουτάν επιβιώνουν με όσα καλλιεργούν και είναι μικρής κλίμακας αγρότες. Η ανεργία είναι μεγάλη και ο αριθμός των αυτοκτονιών επικίνδυνα υψηλός. Πιστεύεται επίσης ότι η διαφθορά της κυβέρνησης είναι ευρεία.
Επιπλέον, ο δείκτης Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας αποδεικνύεται ότι δεν αποτελεί εγγύηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Μπορεί να μη μαθαίνατε ποτέ ότι το Μπουτάν εφαρμόζει εδώ και δεκαετίες βάναυση πολιτική εθνικής κάθαρσης, ενάντια στη μειονότητα των νεπαλόφωνων, που κάποτε αντιστοιχούσαν στο ένα έκτο του πληθυσμού της χώρας. Από τότε που ξεκίνησε η εκστρατεία εθνικής κάθαρσης στις δεκαετίες του 1980, δεκάδες χιλιάδες άτομα εκδιώχθηκαν από τη χώρα. Τα σπίτια τους κάηκαν ή κατασχέθηκαν και οι άνθρωποι απελάθηκαν επειδή μιλούσαν τη γλώσσα του Νεπάλ και αρνήθηκαν να φάνε βόειο κρέας (στο Νεπάλ η επικρατέστερη θρησκεία είναι ο ινδουισμός, ενώ στο Μπουτάν είναι Βουδιστές) ή επειδή αρνήθηκαν να φορέσουν την εθνική ενδυμασία. Οι περισσότεροι εξ αυτών ζουν ακόμη σε στρατόπεδα προσφύγων στο Νεπάλ ή μετανάστευσαν στις ΗΠΑ ή σε κάποια άλλη χώρα. Σε κανέναν δεν δόθηκε άδεια επιστροφής στο Μπουτάν.
Ο δείκτης Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας ορίζει και επιβάλει ένα ενιαίο σύνολο αξιών που δεν προστατεύει τη διαφοροποίηση ούτε τα ατομικά δικαιώματα ή τα αντιμετωπίζει μόνο με τρόπους που μπορούν να οριστούν και να ελεγχθούν από την κυβέρνηση. Είναι μία διαφορετική άποψη του κόσμου, που μοιάζει πολύ με το ιδανικό του Χου Ζιντάο για μία «εναρμονισμένη κοινωνία», μία ιδέα που συχνά αναφέρει η κινεζική κυβέρνηση, όποτε θέλει να πατάξει την ελευθερία του λόγου και την έκφραση διαφωνιών.
Οι ψηφοφόροι του Μπουτάν, με την πρώτη ευκαιρία που τους δόθηκε μετά από δεκαετίες δικτατορίας,απαλλάχθηκαν από το απολυταρχικό καθεστώς και έδωσαν την εξουσία στους μέχρι πρότινος αντιφρονούντες. Κι αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να σκεφτούν καλά όσοι υποστηρίζουν την πρόταση για δείκτη Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας.
Είναι εκνευριστική η διεθνής προσοχή που δίνεται στο δείκτη Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας, επειδή καταφέρνει να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση από πιο διαφανείς και συλλογικούς τρόπους να αποτιμήσει κανείς την ευημερία, που είχαν χρησιμοποιηθεί από αρκετούς– εκ των οποίων και ο ΟΟΣΑ. Αρκετές κυβερνήσεις κατέβαλαν σοβαρές προσπάθειες να διαπιστώσουν τι θα κάνει πιο χαρούμενους τους ψηφοφόρους τους, ακολουθώντας μία καινοτόμο διαδικασία: τους ρώτησαν αντί να καθορίσουν μόνες τους τι θα πει ευτυχία.
Ο καλύτερος τρόπος να διαπιστώσει κανείς τι κάνει τους ανθρώπους χαρούμενους είναι να παρατηρήσει τι κάνουν και πού δαπανούν τα χρήματά τους. Είναι αξιοσημείωτο για παράδειγμα, ότι οι έρευνες που γίνονται εδώ και χρόνια για τις καλύτερες πόλεις για να ζει κανείς – οι οποίες συνήθως έχουν στην πρώτη θέση πόλεις όπως η Κοπεγχάγη και σνομπάρουν το Λονδίνο – αποφέρουν εκ διαμέτρου αντίθετα αποτελέσματα με τις πόλεις στις οποίες επιλέγουν πραγματικά να ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς κοινότητας, των ανθρώπων δηλαδή που μετακινούνται συχνά.
Τα κριτήρια εκείνων που σχεδίασαν την έρευνα προφανώς δεν είναι τα ίδια με εκείνα των ανθρώπων που πραγματικά επέλεξαν που θα ζήσουν. Είναι σαφές ότι δεν μπορεί να κριθεί ή να επιτευχθεί από την ελεύθερη αγορά κάθε έκφραση ευημερίας. Υπηρεσίες όπως η καθολική υγειονομική περίθαλψη δεν λειτουργούν καλά στον ιδιωτικό τομέα, ενώ υπάρχουν επιπτώσεις από την ανάπτυξη όπως η ρύπανση, ο θόρυβος και η κίνηση στους δρόμους που απαιτούν ευρύτερα μέτρα πρόνοιας. Παρόλα αυτά, η καθοδηγητική αρχή είναι πως οι διάφορες έννοιες της ευημερίας χρειάζεται να εκφράζονται μέσω της αγοράς, όπου οι επιλογές γίνονται δημοκρατικά και δεν επιβάλλονται από κάποιο τεχνοκράτη, ούτε βεβαίως από κάποια απολυταρχική κυβέρνηση.
Σε ότι αφορά το μέλλον της Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας του Μπουτάν, φαίνεται πως ο κ. Tobgay είχε την πιο καλή ιδέα. Ζητά να αναλάβει την προώθησή της ο βασιλιάς της χώρας (του οποίου ο ρόλος έχει υποβαθμιστεί σε έναν θεσμικό μονάρχη). Όπως περίπου η Βασίλισσα Ελισάβετ ΙΙ, η οποία πηγαίνει στο εξωτερικό να συζητήσει γενικά για τις βρετανικές αξίες που αντέχουν στον χρόνο, ενώ η κυβέρνηση έχει αναλάβει τη λειτουργία της χώρας ανάλογα με όσα ζητούν οι ψηφοφόροι της.
Οι φτωχοί αγρότες χρειάζονται περισσότερα μηχανοκίνητα χορτοκοπτικά για να δουλέψουν τη γη τους και λιγότερους απολυταρχικούς μονάρχες που να τους διατάζουν να είναι ευτυχισμένοι και μάλιστα με τον τρόπο που θέλει το κράτος. Η μέτρηση της ευημερίας χρειάζεται να συζητηθεί και να δοκιμαστεί. Δεν είναι ένα όνειρο κάποιου που επιβάλλεται. Η Ακαθάριστη Εθνική Ευτυχία του Μπουτάν προσέλκυσε επαίνους από αφελείς ξένους, αλλά στην ίδια τη χώρα είναι τρόπος για να καλυφθούν σοβαρές κυβερνητικές αποτυχίες και σοβαρές βάναυσες καταχρήσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου